Skip to main content

Η ταινία του Αλεξάντερ Πέιν τοποθετείται χρονολογικά στην δεκαετία του 1970 και αφηγείται ένα σημαντικό στιγμιότυπο για την ζωή των τριών πρωταγωνιστών του, των παιδιών του χειμώνα. Μας συστήνει καταρχάς τον Πωλ Χάναμ (εξαιρετικός ο Πωλ Τζιαμάτι στον ρόλο), έναν δύστροπο και απαιτητικό καθηγητή φιλολογίας που διδάσκει στο Μπάρτον, διάσημο οικοτροφείο στην Αγγλία, προσπαθώντας να μεταδώσει στα παιδιά και τους συναδέλφους του την παράδοση και τις αξίες που κληρονόμησε και ο ίδιος, όταν φοιτούσε εκεί ως νέος. Ο τρόπος που το κάνει όμως, δύσκολα θα μπορούσε να εμπνεύσει τον οποιοδήποτε. Είναι έξυπνος και ευρυμαθής, αλλά ταυτόχρονα υπεροπτικός και σαρκαστικός. Χρησιμοποιεί λατινικά ρητά με εξυπνακίστικο τρόπο, η ουσία τους δεν φαίνεται να τον αγγίζει πια. Απαντάει πχ στον Διευθυντή του σχολείου και πρώην μαθητή του όταν του αναθέτει την επίβλεψη των μαθητών που για διάφορους λόγους θα έμεναν πίσω στο σχολείο κατά τη διάρκεια των χριστουγεννιάτικων διακοπών, τιμωρώντας τον για την αδέκαστη συμπεριφορά του (έκοψε στο μάθημα τον γιο κάποιου δωρητή) με τα λόγια του Κικέρωνα: «Non nobis solum nati sumus» (=Δεν γεννιόμαστε μόνο για τους εαυτούς μας»), σε καμιά περίπτωση, όμως, δεν διαθέτει αλτρουιστικά κίνητρα. Οι μαθητές του είναι για αυτόν «τεμπέληδες και χυδαίοι, μικροί Φιλισταίοι» και οι συνάδερφοι του συμβιβασμένοι συμφεροντολόγοι που εκμεταλλεύτηκαν τις περιστάσεις για προσωπικό τους όφελος. Οι γνώσεις του είναι απλά το βάθρο που έχει στήσει για να υπενθυμίζει στον εαυτό του και τους άλλους ότι είναι σπουδαιότερος από αυτούς. Πως έφτασε ένας τέτοιος άνθρωπος να γίνει δάσκαλος? Δύσκολα θα μπορούσε αν φανταστεί κανείς για αυτόν ότι μπορεί κάποτε να υπήρξε ένας ιδεαλιστής παιδαγωγός, που αντί για ξερές γνώσεις ονειρευόταν να εμφυσήσει στους μαθητές του ιδανικά και πρότυπα για να αντιμετωπίσουν τον κόσμο. Τι να τον έκανε, άραγε, να καταντήσει τόσο κυνικός ώστε να αντλεί χαρά από την ταπείνωση των μαθητών του και την προσπάθεια του να βάλει εμπόδια στη συνέχιση των σπουδών τους σε ανώτερα ιδρύματα? Μπορεί να είναι ένας εξαιρετικός καθηγητής όσον αφορά στο αντικείμενο του, αλλά οι μαθητές του υποφέρουν και τον περιφρονούν- και κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει για αυτό.

This image released by Focus Features shows Paul Giamatti in a scene from “The Holdovers.” (Seacia Pavao/Focus Features via AP)

Ένας από αυτούς είναι και ο Άνγκους Τάλι, έξυπνος αλλά προβληματικός μαθητής, που κρύβει πίσω από την αντιδραστικότητα του βαθιά οικογενειακά τραύματα. Δεν είναι τόσο ευκατάστατος σαν τους άλλους μαθητές  και πρέπει να προσέχει, επειδή τον έχουν ήδη αποβάλει από διάφορα σχολεία, και αν τον αποβάλουν και από αυτό θα έρθει αντιμέτωπος με την απειλή της εγγραφής σε στρατιωτική σχολή.  Είναι και αυτός ένας από τους μαθητές που ξεμένουν στο σχολείο, μόνο που ο λόγος είναι ότι η μητέρα του ακύρωσε τελευταία στιγμή ένα προγραμματισμένο ταξίδι στο  Σικάγο, για να κάνει μήνα του μέλιτος με τον νέο της σύζυγο. Ο θυμός του κορυφώνεται όταν και η τελευταία ευκαιρία του για διακοπές, μια ξαφνική πρόταση από έναν ζάπλουτο γονέα να πάρει μαζί του σε χιονοδρομικό κέντρο όλα τα παιδιά που έχουν μείνει στο σχολείο, χάνεται επειδή δεν βρίσκει την μητέρα του για να συναινέσει.

Την τριάδα αυτών που ξεμένουν πίσω έρχεται να συμπληρώνει η Μέρι Λάμπ, Αφροαμερικανίδα μαγείρισσα της σχολής (ρόλος που ταιριάζει γάντι στην ταλαντούχα Ντα Βάιν Τζόι Ράντολφ, άξιο το Όσκαρ Β’ γυναικείου ρόλου). Η τραγική ειρωνεία είναι ότι ο υιός της ήταν αριστούχος απόφοιτος του σχολείου, στο οποίο εκείνη αποφάσισε να δουλέψει για να μπορεί να του προσφέρει την υποτροφία, αλλά σκοτώθηκε στο Βιετνάμ όταν αποφοίτησε. Ως μη προνομιούχος, έπρεπε να εκτίσει την θητεία του, τη στιγμή που οι υπόλοιποι συμμαθητές του συνέχισαν τις σπουδές τους στα ανώτερα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Και έτσι η Μέρι πνίγει την βουβή θλίψη και τον θυμό της στο αλκοόλ, αρνούμενη στον εαυτό της άλλες διασκεδάσεις.  

Αυτή η αταίριαστη τριάδα θα δεθεί μέσα από διάφορες καταστάσεις και θα φτάσει να κάνει μαζί ένα ταξίδι, στο τέλος του οποίου όλοι θα βρουν τη δική τους λύτρωση. Ο συνεκτικός κρίκος είναι η Μέρι που με την ανθρωπιά της θα αποτελέσει μια γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ του στριφνού καθηγητή και του αντάρτη Άνγκους. Πληγωμένη και η ίδια, ξέρει να αναγνωρίζει τους πληγωμένους ανθρώπους γύρω της. Ο καθηγητής έχει πληγωθεί γιατί έχει δει πολλές ανισότητες και αδικίες στον ακαδημαϊκό χώρο (έχει και ο ίδιος αντίστοιχα βιώματα) και παγιδευμένος στις προκαταλήψεις του, βλέπει τον Άνγκους σαν ακόμη ένα προνομιούχο κακομαθημένο αγόρι όπως όλα τα άλλα. Η αλληλεπίδραση του, όμως, με την Μέρι και τον Άνγκους, τον βοηθά να βγει από την ζώνη ασφάλειας του και να τολμήσει βαθμιαία να εκτεθεί σε νέες συμπεριφορές. Ξεφεύγοντας από τους τύπους επιτρέπει στην ομάδα ένα «εκπαιδευτικό ταξίδι» στην Βοστώνη, όπου  η Μέρι θα μείνει στην έγκυο αδελφή της, θα κλάψουν μαζί και εν τέλει και θα της παραδώσει τα πολύτιμα φυλαχτά/ενθύμια του δικού της παιδιού.  

Καθηγητής και μαθητής θα συνεχίσουν την εκδρομή, πλησιάζοντας σταδιακά ο ένας τον άλλο. Έχοντας, επιτέλους, κάποιον να προσέχει αυτά που λέει, το πάθος του Χάναμ για τη διδασκαλία αναζωπυρώνεται. Καθώς ξεναγεί τον Άνγκους σε ένα μουσείο αρχαίας τέχνης φτάνει με παθιασμένους τόνους στην κορύφωση, δίνοντας μας μια γεύση από το αρχικό πάθος που τον οδήγησε στην διδασκαλία:

«Δεν υπάρχει τίποτα νέο στην ανθρώπινη εμπειρία, κύριε Tully. Κάθε γενιά πιστεύει ότι επινόησε την ακολασία ή τα βάσανα ή την εξέγερση, αλλά κάθε ανθρώπινη παρόρμηση και επιθυμία, από την πιο αηδιαστική μέχρι την πιο υψηλή, εκτίθεται ακριβώς εδώ, μπροστά και γύρω σου. Έτσι, πριν απορρίψετε κάτι ως βαρετό ή άσχετο, θυμηθείτε, ότι εάν θέλετε πραγματικά να κατανοήσετε το παρόν ή τον εαυτό σας, πρέπει να ξεκινήσετε από το παρελθόν. Βλέπετε, η ιστορία δεν είναι απλώς η μελέτη του παρελθόντος. Είναι μια εξήγηση του παρόντος»


Σοφά λόγια. Για να πιάσουν, όμως, τόπο δεν πρέπει να ειπωθούν με υπεροψία, αλλά με αγάπη. Καθώς ο καθηγητής γίνεται όλο και πιο ανθρώπινος, όσο περισσότερο λιώνει το εξωτερικό σκληρό περίβλημα αποκαλύπτοντας την ευαλωτότητα του, τόσο περισσότερο ο μαθητής ανταποκρίνεται και μεταμορφώνεται και αυτός. Αλλά χρειάζεται μια θυσία για να σφραγίσει την αλλαγή. Σε μια συγκινητική σεναριακή τροπή, ο Χάναμ, κάνει την υπέρβαση και αναλαμβάνει εκείνος την ευθύνη για τη συμπεριφορά του μαθητή του, όπως κάποτε είχε κάνει κάποιος άλλος για αυτόν.  Θυσιάζει, λοιπόν, την καριέρα του και αποβάλλεται αυτός αντί του Άνγκους από το σχολείο, δίνοντας του την ευκαιρία να ολοκληρώσει την φοίτηση του εκεί. Το τέλος της ταινίας  μας δείχνει ότι ο  Άνγκους, αναγνωρίζοντας αυτή την θυσία, έχει πάρει την απόφαση να την κάνει να αξίζει. 

Το ωραίο είναι ότι τελικά η θυσία του Χάναμ, γίνεται η αφετηρία αναγέννησης και για τον ίδιο. Ελεύθερος πια από τα δεσμά που είχε θέσει στον εαυτό του, φεύγει για να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής του, ένα ταξίδι εξερεύνησης των αρχαίων πολιτισμών που τόσο πολύ είχε αγαπήσει. Αλλά και το πρώτο του όνειρο εκπληρώθηκε, κατάφερε να αλλάξει τουλάχιστον έναν μαθητή…

Αυτή η συγκινητική ταινία δεν είναι μόνο μια προειδοποιητική ιστορία για όσους αναλαμβάνουν το δύσκολο καθήκον του δασκάλου. Μπορεί να προσφέρει και μια απάντηση σχετικά με το πρόβλημα του χάσματος  των γενεών. Κάθε γενιά έχει να δώσει κάτι στην άλλη, είτε την σοφία της εμπειρίας που αποκόμισε η προηγούμενη, είτε την φρεσκάδα και την ανανεωτική δύναμη της νιότης με την οποία έρχεται η επόμενη. Το βάρος ίσως πέφτει λίγο περισσότερο στην γενιά που φεύγει, η οποία οφείλει με σύνεση, ως χρέος που παρέλαβε από την προηγούμενη, να μεταδώσει τις αξίες και τα ήθη που κληρονόμησε. Πρέπει, όμως, και με θάρρος να παραδεχτεί τα δικά της λάθη, δίνοντας τη σκυτάλη στην επόμενη γενιά για να τα διορθώσει. Δεν υπάρχει χώρος για υπεροψία, η στάση του «εγώ τα ξέρω όλα» πάει πακέτο με την αντίδραση «εσείς δεν ξέρετε τίποτα». Ούτε, όμως και για παραίτηση. Στην ταινία ο καθηγητής Χάναμ έχει ενδώσει πλήρως στην απελπισία: «Ο κόσμος δεν έχει πια νόημα», θρηνεί, «έχει πάρει φωτιά». Διαμαρτύρεται για την αναισθησία των πλουσίων, την υποβάθμιση των φτωχών, την ολιγωρία των αρχών. Μια συνάδελφός του, όμως, η δεσποινίς Κρέιν, του απαντά με σύνεση: «Λοιπόν, κοιτάξτε, αν όλα αυτά είναι αλήθεια, τότε είναι που χρειάζονται περισσότερο κάποιον σαν εσάς». Η αλήθεια και η χάρη μπορούν να γεφυρώσουν το χάσμα. Σε έναν κόσμο που έχει χάσει το νόημα και χάνεται και ο ίδιος, αξίζει να παλέψει κανείς με αυτοθυσία για να σώσει οτιδήποτε αν σώζεται.  

«Αν ο κόκκος του σιταριού δεν πέσει στη γη να πεθάνει, τότε θα μείνει μόνος. Αν, όμως, πεθάνει, τότε φέρνει καρπό πολύ» Κατά Ιωάννη 12:24

Γιώργος Λαδάς

Ψυχίατρος - Ψυχοθεραπευτής

ΑυλαίαΒίντεο

H Καρδιά του Σκύλου

Παναγιώτης ΚανταρτζήςΠαναγιώτης Κανταρτζής7 Φεβρουαρίου 2024
ΑυλαίαΒίντεο

Love and Money

Παναγιώτης ΚανταρτζήςΠαναγιώτης Κανταρτζής17 Ιανουαρίου 2024
PodcastsΆρθραΒιβλίο

H καρδιά του Σκότους

Παναγιώτης ΚανταρτζήςΠαναγιώτης Κανταρτζής13 Μαρτίου 2024